ΠΑΜΕ: Η «ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ» ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Η αλήθεια πίσω από τις όμορφες και μεγάλες λέξεις – ΑΡΘΡΟ
Στον ψευδεπίγραφο τίτλο «Για την αναβάθμιση του σχολείου και την ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών» βρίσκονται συμπυκνωμένοι όλοι οι διακηρυγμένοι στόχοι του μεγάλου κεφαλαίου για την Εκπαίδευση, όλες οι αντιεκπαιδευτικές προσπάθειες που έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις να αλλάξουν το περιεχόμενο, τη δομή του σχολείου ώστε να αποτελέσουν οι μαθητές το αυριανό φτηνό – «ευέλικτο» εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις. Καμία σχέση δηλαδή με αυτό το οποίο είναι πραγματικά ώριμο και σύγχρονο για όλα τα παιδιά: Υψηλού επιπέδου μόρφωση ώστε να διαπλάθονται ολοκληρωμένες προσωπικότητες, ικανές να κατανοούν και να ερμηνεύουν τον κόσμο.
Γι’ αυτό, απαραίτητο συμπλήρωμα για να υλοποιηθούν οι πολύ σοβαρές τομές που επιδιώκει η κυβέρνηση της ΝΔ αποτελεί η λεγόμενη «αξιολόγηση» του εκπαιδευτικού, στην προσπάθεια να ελέγχεται ασφυκτικά αν υλοποιεί τις κατευθύνσεις της εκάστοτε κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας.
Είναι τουλάχιστον φαιδρό η κυβέρνηση που τα 2 τελευταία χρόνια έχει αφήσει μαθητές και εκπαιδευτικούς στο έλεος της πανδημίας, με τα συνεχόμενα «άνοιξε – κλείσε» και την τηλεκπαίδευση για «πάσα νόσο», να ισχυρίζεται ότι στόχος είναι η αναβάθμιση, η βοήθεια στους εκπαιδευτικούς κ.λπ. Γι’ αυτό και προσπαθεί να πείσει για τις προθέσεις της, αλλά η ίδια η πραγματικότητα τη διαψεύδει. Βάζοντας μπροστά ως κριτήριο τα σύγχρονα μορφωτικά δικαιώματα που έχουν τα παιδιά, αλλά και το ότι σήμερα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την υλοποίησή τους, τα επιχειρήματα της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας καταρρέουν!
Επιχείρημα 1ο: «Κανένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να βελτιωθεί αν δεν αξιολογηθεί»
Τι δεν λένε; Οτι οι υπαρκτές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος είναι γνωστές χρόνια τώρα και σε όλες τις κυβερνήσεις. Είναι η συνεχής μείωση της χρηματοδότησης και ο οικονομικός στραγγαλισμός των σχολικών επιτροπών, που θα ενταθεί με τη λεγόμενη «αυτονομία». Είναι οι δεκάδες χιλιάδες συμβασιούχοι που δουλεύουν κάθε χρόνο αναπληρώνοντας τους εαυτούς τους, αντί να έχουν μόνιμη και σταθερή δουλειά, ώστε να μπορούν από την αρχή της χρονιάς να οργανώνουν, να προγραμματίζουν την εκπαιδευτική τους δραστηριότητα στην τάξη, να συζητάνε συλλογικά για τους τρόπους και τις μορφές παρέμβασης στους μαθητές. Είναι τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία, τα οποία είναι κακογραμμένα και αντιεπιστημονικά, διδάσκουν τη μητρική γλώσσα μέσα από συνταγές μαγειρικής και οδηγίες χρήσης ηλεκτρικών συσκευών και τα Μαθηματικά μέσα από το κομπιουτεράκι, εξοβελίζουν ή υποβαθμίζουν μαθήματα γενικής γνώσης (Γεωγραφία, Καλλιτεχνική Παιδεία κ.λπ.). Αλήθεια, η «αξιολόγηση» έλειπε από το υπουργείο Παιδείας όταν εν μέσω πανδημίας ψήφισε αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη; Την «αξιολόγηση» περίμεναν για να δουν αν τα κτίρια όπου στεγάζονται τα σχολεία είναι ασφαλή (πάνω από το 40% των σχολείων είναι με παλιό ή καθόλου αντισεισμικό σχεδιασμό), αν υπάρχουν υποδομές σύγχρονες, που να καλύπτουν τις μορφωτικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες των μαθητών (εργαστήρια, βιβλιοθήκες, γυμναστήρια κ.λπ.);
Ολες αυτές τις αδυναμίες φυσικά και τις γνωρίζουν και είναι συνειδητή επιλογή να μην ικανοποιούν τις σύγχρονες ανάγκες. Ακόμα και όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι, δεν βγάζουν ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά στρέφονται στις επιχειρήσεις (π.χ. το σχολείο που κατέρρευσε στην Ελασσόνα τον Μάρτη).
Επιχείρημα 2ο: «Στο εξωτερικό υπάρχει αξιολόγηση στο 90% των χωρών»
Τι δεν λένε; Οτι οι μαθησιακές ανισότητες σε όλες τις χώρες όχι μόνο ζουν και βασιλεύουν, αλλά διευρύνονται, αφού η κατηγοριοποίηση των σχολείων που γίνεται μέσω της «αξιολόγησης» κάνει την Παιδεία πανάκριβο εμπόρευμα για τις τσέπες κυρίως των λαϊκών οικογενειών. Η Γαλλία είναι ένα παράδειγμα χώρας όπου η επίδοση των μαθητών βρίσκεται σε στενή εξάρτηση με το κοινωνικό επίπεδο της οικογένειας (Pisa 2012). Στην Αγγλία η «αξιολόγηση» οδηγεί στη διαφοροποίηση των διδακτικών εγχειριδίων (ανάλογη με το «πολλαπλό βιβλίο»). Οι μαθητές που προέρχονται από πιο φτωχά σχολεία «διαλέγουν» πιο φτηνά συγγράμματα, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκτήσουν πρόσβαση σε πολυτεχνικές ή ιατρικές σχολές. Στη Φινλανδία (το πάλαι ποτέ βαρύ πυροβολικό των αναδιαρθρώσεων) η «αξιολόγηση» έχει οδηγήσει σε πολύ υψηλά επίπεδα τη μαθητική διαρροή, καθώς μετά τα 8 χρόνια υποχρεωτικής εκπαίδευσης μόνο το 50% συνεχίζει στο αντίστοιχο Λύκειο.
Το κύριο λοιπόν δεν είναι αν εφαρμόζεται αλλού ή όχι, αλλά τι αποτελέσματα έχει στην ολόπλευρη μόρφωση για όλα τα παιδιά. Η «αξιολόγηση» όπου εφαρμόζεται οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην κατηγοριοποίηση, στην υποβάθμιση και εντέλει στην ένταση των ταξικών φραγμών. Η προσπάθεια που κάνει κυρίως η λαϊκή οικογένεια να μορφώσει τα παιδιά της θα φαντάζει ακόμα μεγαλύτερος άθλος, αν όχι απατηλό όνειρο.
Επιχείρημα 3ο: «Η αξιολόγηση έχει καθαρά βελτιωτικό, μη τιμωρητικό χαρακτήρα, με έμφαση στην επιμόρφωση»
Τι δεν λένε; Οτι αν στόχος ήταν η επιμόρφωση, θα είχαν ανοίξει τα «διδασκαλεία», που είναι κλειστά από το 2010 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ) και τα κράτησαν κλειστά και όλες οι επόμενες κυβερνήσεις. Θα είχαν θεσμοθετήσει επιμορφώσεις (πάγιο αίτημα των εκπαιδευτικών), με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα για όσο χρόνο διαρκεί και με ευθύνη των Πανεπιστημιακών Τμημάτων, και όχι επιμόρφωση – ατομική υπόθεση, παρακολούθηση στο διαδίκτυο βίντεο και σημειώσεων, ίσα ίσα για να βγει η υποχρέωση («επιμόρφωση» για τα εργαστήρια δεξιοτήτων).
Οσο για τον μη τιμωρητικό χαρακτήρα, οι τελικές διατάξεις του νόμου τα λένε όλα. Με το άρθρο 56, η μη συμμετοχή στις διαδικασίες της «αξιολόγησης» χαρακτηρίζεται πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο θα τιμωρείται με πειθαρχικές ποινές (στέρηση μισθού, αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης). Ακόμα και ένας εκπαιδευτικός που θα κριθεί «μη ικανοποιητικός» δεν θα μπορεί να διεκδικήσει θέση στελέχους Εκπαίδευσης, ή ένας διευθυντής δεν θα μπορεί να είναι διευθυντής για τα επόμενα 4 χρόνια. Και, φυσικά, «μη ικανοποιητικός» θα είναι ο διευθυντής που θα ανακοινώνει π.χ. τα κενά με βάση τις ανάγκες των μαθητών στο σήμερα, «εξαιρετικός» θα είναι ο διευθυντής που θα διαχειρίζεται «ορθά» κατά την κρίση του ΥΠΑΙΘ το προσωπικό, και τις 6 ώρες π.χ. Εικαστικά που θα έχει έλλειμμα θα τις μεταφέρει στους ΠΕ70! Πόσο αθώα μπορεί να είναι η «αξιολόγηση» όταν ο εκπαιδευτικός καλείται να αποτιμά τη δουλειά του με βάση τα «μαθησιακά αποτελέσματα», και μάλιστα να αναρτώνται αυτά τα πορίσματα στο διαδίκτυο; Είναι κομμάτι της βελτίωσης και της επιμόρφωσης;
Τελικά, αυτό που θέλουν να υλοποιήσουν είναι ο ασφυκτικός έλεγχος των εκπαιδευτικών, να μην κουνάνε ρούπι από τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης, να υπηρετούν ένα σχολείο «αποκεντρωμένο» και «αυτόνομο», που θα βρίσκεται σε διαρκή επαιτεία για την επιβίωσή του, την ίδια στιγμή που τα παιδιά δεν θα μαθαίνουν τα ίδια γράμματα.
Είναι λοιπόν εκ διαμέτρου αντίθετα τα συμφέροντα των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των γονιών από τις επιδιώξεις του ΥΠΑΙΘ. Αλλωστε, οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί ήταν αυτοί που χωρίς καμία κρατική στήριξη, χωρίς μέσα και προετοιμασία, ανταποκρίθηκαν σε έναν τεράστιο παιδαγωγικό άθλο, κρατώντας ανοιχτή την εκπαιδευτική διαδικασία τούς μήνες της πανδημίας. Οι χιλιάδες αναπληρωτές εκπαιδευτικοί όλα αυτά τα χρόνια είναι με μια βαλίτσα στο χέρι και σε όλη την Ελλάδα στελεχώνουν τα σχολεία, και μετά απολύονται. Οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί μέχρι και τα 67 τους χρόνια στέκονται όρθιοι μέσα στις τάξεις και δίνουν τη μάχη της μόρφωσης των παιδιών.
Αυτοί οι εκπαιδευτικοί, τον χειμώνα που μας πέρασε, αρνήθηκαν να συμβάλουν στη χειροτέρευση του σχολείου με την εξωτερική και εσωτερική «αυτοαξιολόγηση». Το ποσοστό 97% στην απεργία – αποχή έδειξε ότι οργανωμένα, συλλογικά οι εργαζόμενοι έχουν τη δύναμη να αποκρούουν αντιδραστικούς σχεδιασμούς των κυβερνήσεων, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες, όπως αυτές της πανδημίας.
Δεν ξεκινάμε από το μηδέν, λοιπόν. Με οδηγό την πλούσια πείρα του τελευταίου διαστήματος και με το βλέμμα στραμμένο αταλάντευτα στη νέα γενιά, μπορούμε να αφήσουμε στα χαρτιά τον νόμο – εφιάλτη.
Δάσκαλος, μέλος του ΔΣ της ΔΟΕ εκλεγμένος με την «Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών»